Κυριακή 30 Μαΐου 2010

Γιατί τελικά το τρέξιμο δεν είναι μοναχικό άθλημα










Οι δρομείς των μεγάλων αποστάσεων θεωρούνται μοναχικά όντα. Οι Μαραθωνοδρόμοι καλούνται να διανύσουν 42 χιλιόμετρα έχοντας για μοναδική συντροφιά τους, την ανάσα, τον ήχο των βημάτων τους, τη σκέψη τους ή τη μουσική, που τους βοηθά να συγκεντρώνονται ή να αποσπούν το μυαλό τους από τον κάματο.

Αυτή ήταν και δική μου πεποίθηση.

Μέσα από το τρέξιμο, από την συγκέντρωση και την ηρεμία που προσφέρει στο μυαλό μου η κίνηση από τη στιγμή που θα βρω τον ρυθμό μου και ύστερα, είναι για μένα η στιγμή που θα αρχίσω την σιωπηρή συνομιλία με τον εαυτό μου. Είναι η στιγμή που θα ανασύρω τα προβλήματα μου και θα ψάξω να βρω λύσεις. Είναι η στιγμή που θα αφουγκραστώ την εσωτερική φωνή μου.

Στον 1ο μου Ημιμαραθώνιο πίστεψα ότι τα πράγματα δεν θα ήταν διαφορετικά. Πρώτη απόπειρα να ξεπεράσω τα 20 χιλιόμετρα και όσο δισταγμό και φόβο είχα άλλη τόση χαρά και προσμονή για να δω τι και αν θα τα καταφέρω.

Ο 5ος Αχίλλειος Δρόμος που διεξάγεται από τον Δήμο Αχιλλείων στην Κέρκυρα ήταν η δική μου ευκαιρία. Και η χαρά μου μεγάλη, γιατί η Κέρκυρα αποτελεί για μένα τόπο – σταθμό. Αγαπημένος καλοκαιρινός προορισμός, τόσο που πια να γνωρίζω ανθρώπους και να έχω αποκτήσει στέκια. Οι Μπενίτσες όπου θα τερματίζαμε τον αγώνα, ήταν το πρώτο μέρος που έμεινα στην Κέρκυρα, όταν πρωτοπάτησα το νησί στα 15 μου χρόνια.

Το πρωί της Κυριακής της 23ης Μαΐου στάθηκα στην Αφετηρία που είχε στηθεί στο χωριό Κυνοπιάστες με ανάμεικτα συναισθήματα…ενθουσιασμό, αγωνία, φόβο. Ο αφέτης δεν άργησε να δώσει το σύνθημα και ένα πολύχρωμο αλλά και πολύγλωσσο πλήθος – αφού στον αγώνα πήραν μέρος περί τους 60 Ιταλούς δρομείς αλλά και μία Αμερικανίδα που ήρθε από το Detroit για να τρέξει στην Κέρκυρα – όρμησε σχεδόν για να «καταλάβει» την 1η ανηφόρα που δεν άργησε καθόλου να κάνει την εμφάνισή της.

Η διαδρομή, δύσκολη, με ανηφόρες – φουρκέτες αλλά η ομορφιά του κατάφυτου τοπίου, η δροσιά από τα δέντρα και τα καλοσυνάτα χαμόγελα των χωρικών από τα χωριά που περνάγαμε, ήταν αρκετά για να αποσπάσουν το μυαλό από τη δυσκολία. «Κοίτα να δεις», σκέφτηκα, «παρεούλα!».

Η αλήθεια είναι ότι στάθηκα τυχερή. Οι φίλοι δρομείς που ταξίδεψα μαζί τους και που βρήκα στο νησί ήταν συνέχεια κοντά μου. Δεν χρειαζόταν να είναι συνέχεια εκεί με τη φυσική τους παρουσία. Τον περισσότερο καιρό βρίσκονταν δίπλα μου με τη σκέψη. «Τι ώρα είναι;», «Τώρα!», απαντούσα στον φίλο μου το Γιώργο, παραθέτοντας τη γνώση μας από κάποιο βιβλίο. «Θα γυρίσω να σε τραβήξω όταν τερματίσω», αντηχούσε στ’ αυτιά μου η υπόσχεση της Άντζυς ότι θα είναι μαζί μου στα τελευταία μέτρα. «Youll be fine, you can sure run a half marathon» με διαβεβαίωνε η Denise, «Να είσαι δυνατή αδελφούλα» μου είπε ο νεοαποκτηθείς δρομικός αδελφός μου Νίκος. Και άλλος ένας Νίκος, που με ακολούθησε κατά πόδας και στα 21 χιλιόμετρα. Και δεν με άφησε στιγμή από τη έννοια του. Και δύο φορές που ένιωσα αδύναμη αρκούσε απλά να απλώσω το χέρι μου και να κάνω μαζί του χέρι με χέρι λίγα βήματα. Και μετά πάλι μόνη…μα ήμουν μόνη;

Στη διαδρομή έρχονταν κοντά μου, στη σκέψη μου άνθρωποι που με ενέπνευσαν, που μου έδωσαν μαθήματα με τη δύναμη, το θάρρος και τη μεγαλοψυχία τους, όχι μόνο δρομικά αλλά και στη ζωή γενικότερα. Παρεούλα τους είχα. Παρεούλα είχα και τη Debbie που το 1980 τρέχοντας την Κλασσική στην Αθήνα, φύτεψε το σπόρο του τρεξίματος μέσα μου. Κοντά μου και δικοί μου άνθρωποι, που πάλεψαν και αυτοί και βγήκαν νικητές. Πόσους είχα κοντά μου αλήθεια! Και μερικούς που «συνταξιδεύαμε» στα 21 αυτά χιλιόμετρα…ένα αγόρι που πήγαινε για ώρα μπροστά μου και που κάποια στιγμή ένιωσα δυνατή να τον περάσω. Δίστασα όμως, το έβλεπα σαν ύβρη, σαν αλαζονεία. Όμως δεν μπορούσα να μείνω πίσω και τον περνάω, και την ώρα που προσπερνώ, απλώνω το χέρι μου και περιμένω να μου το χτυπήσει, να μου δώσει το ΟΚ. Και μου το χτυπάει! Ήταν σαν να’λεγε, «φύγε»!

Τα τελευταία χιλιόμετρα δίπλα στη θάλασσα, με τον ήλιο να λαμποκοπά πάνω από το κεφάλι μου ήταν πραγματικά μαγικά. Και να! Μπροστά διακρίνω την Άντζυ με τον Γιώργο να έρχονται…και ενσωματώνονται στην παρεούλα των δύο που πήγαν μαζί για 19 περίπου χιλιόμετρα…και γινόμαστε τέσσερις…και πάμε. Λίγο πριν τον τερματισμό ο Γιώργος με σπρώχνει, «φύγε, να τερματίσεις δυνατά»…και τον άκουσα, και έφυγα, και τερμάτισα με το όνομα μου να αντηχεί στ’ αυτιά μου από τα μεγάφωνα σαν όνειρο. Σάστισα…αλλά για λίγο…γιατί εκεί μπροστά ήταν δύο χέρια ανοιχτά για να με αγκαλιάσουν και να με συγχαρούν σε μία ξένη γλώσσα, της γυναίκας που διέσχισε έναν ωκεανό για να τρέξει μαζί μας.

Σαστιμάρα αλλά και ικανοποίηση…πόσα χαμόγελα, πόσες φωνές χαράς και συγχαρητηρίων. «Τα κατάφερα», σκέφτηκα, αλλά όχι μόνο για τα 21, αλλά και για την τόση αγάπη και αποδοχή που εισέπραξα από γνωστούς και αγνώστους, που με πέρασαν που τους προσπέρασα, που ταξιδέψαμε μαζί στους δρόμους των Φαιάκων.

Και έτσι, εκεί, ανάμεσα σε αγαπημένους φίλους και συναθλητές, έβγαλα τούτο το συμπέρασμα.

Τελικά, το τρέξιμο ΔΕΝ είναι μοναχικό άθλημα! 

(Δημοσιεύτηκε στο site του Συλλόγου Δρομέων Υγείας Πειραιά στις 30 Μαϊου 2010) 






Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Όταν ο αγώνας της ζωής κίνησε τα πόδια μου



















Ο κάθε αγώνας είναι διαφορετικός.

Το κάθε μέρος, η κάθε διοργάνωση, έχουν μία διαφορετική συμβολική σημασία.

Έτσι και ο 1ος Πολυεθνικός Ημιμαραθώνιος που διεξήχθη στο Τροκαντερό την Κυριακή στις 2 Μαϊου είχε για μένα μία ξεχωριστή σημασία.

Το μέρος είναι εκεί που για μένα άρχισαν όλα. Ο στίβος του Παλαιού Φαλήρου, στον οποίο πριν από 4 χρόνια ένα βράδυ του Μαρτίου μπήκα δειλά και έτρεξα για ώρα πολύ, έχοντας πολλά φορτωμένα στο μυαλό μου.

Ο αγώνας της Κυριακής προμηνυόταν εξαιρετικός. Η μέρα καθαρή, μαγιάτικη, ο ουρανός καθαρός, η ατμόσφαιρα ζεστή. «Καλοκαίρι», σκέφτηκα. Οι φίλοι όλοι εκεί, με τις πολύχρωμες εμφανίσεις τους, άλλοι με τις μπαντάνες στο κεφάλι τους, άλλοι με τα γούρια τους στα χέρια τους αλλά όλοι με χαμόγελα και ανυπομονησία για έναν αγώνα δίπλα στη θάλασσα!

Και εγώ, μετά από μία αποχή λόγω αναπνευστικού προβλήματος, έτοιμη να τεστάρω την αντοχή μου αλλά και την ψυχή μου. Η συμμετοχή μου γνωστή, Σκυταλοδρομία Ημιμαραθωνίου, μαζί με την δεύτερη κοπέλα της τετράδας των Γρήγορων Χελώνων. Ωραία σκέψη η σκυταλοδρομία, κάνει το μοναχικό χαρακτηριστικό του δρομέα πιο ελαφρύ. Κάποιος σε περιμένει να σε «αλλάξει»!

Η εκκίνηση δόθηκε γύρω στις 9 και με μεγάλη χαρά που θα έτρεχα στο «σπίτι» μου, ξεκίνησα μέσα στο πλήθος, ενώ από παντού άκουγα «καλή επιτυχία», «να προσέχεις, μην πας γρήγορα, ακόμα αναρρώνεις», αλλά και εγώ η ίδια να εύχομαι, να παροτρύνω, να ενθαρρύνω τους άλλους.

Η διαδρομή γνωστή, το μέρος οικείο και ξεκινώντας καλά, με τη γνωστή μου φόρα, πηγαίνω γρήγορα. Και νιώθω καλά, και συνεχίζω να πηγαίνω γρήγορα. Η ανάσα μου δεν με εμποδίζει σημαντικά αλλά μετά το πέμπτο χιλιόμετρο, η ζέστη με καταβάλει σιγά – σιγά, η ανάσα μου δύσκολα βγαίνει και τα πόδια μου βαραίνουν. Αρχίζω σιγά – σιγά να επιβραδύνω και για πρώτη φορά «το ένα πόδι μπροστά από το άλλο» φαίνεται δύσκολο.

Και εκεί είναι που αρχίζει το μυαλό να παίζει παιχνίδια. Να σταματήσω; Να περπατήσω; Πάλη ανάμεσα στην ψυχή που κινεί τα πόδια και στο μυαλό που ζητά υπακοή στην λογική.

Τη στιγμή εκείνη, μία σκέψη διαπέρασε το μυαλό μου. Ήταν το όνειρο που είχα δει το προηγούμενο βράδυ. Μία φίλη, αγαπημένη συμφοιτήτρια, σύντροφος στις ανά τα χρόνια αθλοπαιδιές, που εντελώς ξαφνικά πριν από κάποιους μήνες ούσα έγκυος νόσησε από καρκίνο του μαστού. Και δίνει μάχη. Και γεννάει και ξεκινάει θεραπεία. Και είναι καλά. Και το προηγούμενο βράδυ ήρθε κοντά μου, στον ύπνο μου, με την ίδια δύναμη και την ίδια σπιρτάδα στο βλέμμα. Ήταν καλά!

Εκείνη τη στιγμή περνάω από μία νοητή ευθεία που θα ένωνε το σημείο που βρισκόμουν με το σπίτι της. Και ξέρω ότι είναι εκεί. Με το παιδάκι που ήρθε στη ζωή πρόωρα για να σωθεί η μαμά. Με τον άντρα της που πριν δύο χρόνια σχεδόν, χορεύαμε, αγκαλιαζόμασταν και κάναμε σχέδια τη μέρα του γάμου τους σε κάποιο Αιγαιοπελαγίτικο νησί. Εκείνη τη στιγμή το μυαλό μου δεν υπήρχε πια. Εκείνη τη στιγμή ο αγώνας για τη ζωή της φίλης μου έγινε ο δικός μου αγώνας που κινούσε τα πόδια μου. Η σκέψη της δεν έφυγε από το μυαλό μου, τα μάτια της και η δύναμή της καρφωμένα μπροστά μου, στο δρόμο, στη θάλασσα που συνάντησα στα δεξιά μου, στα πανιά των ιστιοπλοϊκών που ανοίγονταν για ταξίδι. Η σκέψη μου απλά γέμισε από εκείνην. Και δεν πονούσα πια. Και πια δεν ήθελα να περπατήσω ή να σταματήσω. Ήθελα απλά να τερματίσω.

Και τερμάτισα. Για εκείνη. 


(Δημοσιεύτηκε στο site του Συλλόγου Δρομέων Υγείας Πειραιά στις 4 Μαϊου 2010)